Τον Μάιο του 2022 και ενώ όλος ο κόσμος επιχειρούσε να ανακάμψει από την πανδημία του κορωνοϊού, μέλη της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων ανέφεραν σε Συνέντευξη Τύπου ένα μικροοργανισμό που το ευρύ κοινό δεν είχε ακούσει ξανά, ενώ τα χαρακτηριστικά του παρέμεναν εν πολλοίς άγνωστα και για τους επιστήμονες. Ο λόγος για την Candida auris, έναν μύκητα που εξαπλώνεται με ταχύ ρυθμό στα νοσοκομεία, ταυτοποιείται δύσκολα με αποτέλεσμα να…διαφεύγει και προσθέτει ακόμη μια πρόκληση στον «πόλεμο» των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων.
Το τελευταίο διάστημα πολλαπλασιάζονται τα διεθνή δημοσιεύματα που χτυπούν «καμπανάκι» για την αύξηση του πληθυσμού των μυκήτων και τηδυναμική τους να απειλήσουν την ανθρώπινη υγεία.
Όπως σημειώνει η Βιολόγος PhD και Επιδημιολόγος πεδίου του τμήματος μικροβιακής αντοχής και λοιμώξεων που συνδέονται με φροντίδα υγείας του ΕΟΔΥ, Λήδα Πολίτη, η Candida auris είναι ένα αναδυόμενο παθογόνο που περιγράφηκε πρώτη φορά το 2009 στην Ιαπωνία. Αναδρομικές μελέτες έδειξαν την κυκλοφορία του ήδη από το 2008, ενώ σύμφωνα με ακόμη νεότερες μελέτες από το εξωτερικό ο μύκητας ενδεχομένως κυκλοφορεί ήδη από το 1996 αλλά επειδή είναι δύσκολος στην ταυτοποίηση δεν ήταν γνωστός. Καταγράφονταν δηλαδή λοιμώξεις στα νοσοκομεία, αλλά δεν ήξεραν οι επιστήμονες ότι ανήκουν σε αυτό το είδος μύκητα.
Η Candida auris συγκεντρώνει τρία χαρακτηριστικά – μειονεκτήματα. Το πρώτο, όπως προαναφέρθηκε, είναι η δυσκολία ταυτοποίησης. Το δεύτερο είναι η αυξανόμενη αντοχή που παρουσιάζει στα αντιμυκητικά φάρμακα. Το τρίτο είναι η ευκολία με την οποία μπορεί να επιμείνει και να εξαπλωθεί εντός χώρων υγειονομικής περίθαλψης, καθιστώντας καίριας σημασίας τη λήψη μέτρων πρόληψης κι ελέγχου της διασποράς. «Τα είδη των μυκήτων είναι πάρα πολλά. Τα είδη Candida αποτελούν διεθνώς την 4η κατά σειρά αιτία ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων. Ένα από τα υποείδη είναι η Candida auris», σημειώνει η κυρία Πολίτη.