Προτάσεις αναφορικά, με το Σχέδιο Νόμου που ετοιμάζει η αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη, για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και την ενίσχυση του θεσμού του προσωπικού γιατρού κατέθεσαν ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος (ΠΙΣ) και ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών (ΙΣΑ).
Κατά τη διάρκεια διαδικτυακής συνάντησης του προεδρείου του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου με την αναπληρώτρια υπουργό υγείας με θέμα συζήτησης τις νέες ρυθμίσεις για τον προσωπικό ιατρό από την πλευρά του ΠΙΣ επισημάνθηκαν τα εξής:
Η ανάγκη κατάργησης της υποχρεωτικής υπηρεσίας υπαίθρου, καθώς αποτελεί αναχρονισμό και μείζον αντικίνητρο για την παραμονή των νέων ιατρών στη χώρα.
Η μετονομασία της υποχρέωσης για την εξυπηρέτηση του θεσμού του προσωπικού ιατρού με συνακόλουθη κατάργηση των θετικών ρυθμίσεων του Foundation year αποτελεί οπισθοχώρηση.
Η δε φύση της μονοετούς υπηρεσίας και του επιπέδου εκπαίδευσης δεν συνάδει με τον εννοιολογικό πυρήνα του προσωπικού ιατρού, που συνιστά σχέση εμπιστοσύνης και διαρκείας μεταξύ ιατρού και ασθενούς.
Για την επέκταση του θεσμού και τη συμμετοχή περισσοτέρων ιατρών είναι αναγκαία η απάλειψη των αρνητικών προβλέψεων του Νόμου 4931/2022, η αποσαφήνιση των υποχρεώσεων του και η ενεργοποίηση όλων των μορφών σύνδεσης των ιατρών με το σύστημα.
«Αδικεί τον Νόμο η μερική εφαρμογή του ελλείψει πολιτικού θάρρους, όπως αδικεί και τη χώρα η μη εκμετάλλευση του επιστημονικού πλούτου της ύπαρξης πολλών ιατρών ειδικοτήτων. Ιατρών που ωθούνται εκτός συνόρων, καθώς συστήματα άλλων χωρών (Γερμανία), τους υποδέχονται ευχαρίστως»
Επισημάνθηκε, επίσης, ότι είναι θετική η αναγνώριση της ανάγκης αύξησης των αμοιβών των ιατρών, αλλά η καλή λειτουργία κάθε οργανωμένου συστήματος, προβλέπει πάντοτε αμοιβές ανάλογες της θέσεως του έργου και του επιπέδου ευθύνης. Κατά συνέπεια αναρωτιόμαστε εάν θα πρέπει να αναμένουμε μια πολλαπλασιαστική μισθολογική αναπροσαρμογή για όλες τις βαθμίδες του ΕΣΥ, των ΑΕΙ και των ιατρών του ΕΟΠΥΥ, ανάλογη της προϋπηρεσίας, εμπειρίας και έργου.
Σε αυτή την περίπτωση προφανώς είναι θετική βάση οι μισθοί που ανακοινώθηκαν για νεοδιοριζόμενους, αλλά σε κάθε άλλη περίπτωση η απορρύθμιση του ΕΣΥ είναι θέμα σύντομου χρόνου.
Ο ΠΙΣ υπενθύμισε ότι «είναι η πολλοστή προσπάθεια ΠΦΥ, αρχής γενομένης το 1927, με διαχρονικό χαρακτηριστικό την εκάστοτε ευρεσιτεχνία των πολιτικών ηγεσιών. Η επιτυχής δημιουργία Π.Φ.Υ προϋποθέτει ελεύθερη επιλογή ιατρού, οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης και εκμετάλλευση του συνόλου του ιατρικού δυναμικού που προνομιακά διαθέτει η χώρα μας». Κατέληξε ότι είναι έτοιμος να συμβάλλει ώστε «μετά από δεκαετίες πειραματισμών να υπάρξει ρεαλιστικός σχεδιασμός με στοχευμένη και εποικοδομητική χρήση των ανθρώπινων και οικονομικών πόρων».
Ο ΙΣΑ ζητά αναβαθμισμένη και καλά αμειβόμενη ΠΦΥ
Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας αποτελεί βασικό πυλώνα του συστήματος υγείας και ο θεσμός του προσωπικού γιατρού μπορεί να συμβάλλει σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας, δίνοντας έμφαση, στην πρόληψη και την προαγωγή της υγείας, αναφέρει ο ΙΣΑ.
Ωστόσο, σημειώνει «ο προσωπικός γιατρός είναι ένας θεσμός που προϋποθέτει υψηλή επιστημονική εξειδίκευση. Θα πρέπει να έχει προηγηθεί μια πιστοποιημένη εκπαιδευτική διαδικασία των γιατρών, με ποιοτικά χαρακτηριστικά, για να ανταποκριθούν στο έργο τους».
Η παροχή οικονομικών κινήτρων για τον επαναπατρισμό των γιατρών είναι στη θετική κατεύθυνση, τονίζει, ωστόσο θα πρέπει να υπάρξει και ανάλογη μισθολογική προσαρμογή, για τους γιατρούς του Εθνικού Συστήματος Υγείας που στηρίζουν με αυταπάρνηση τη δημόσια υγεία, σε αντίξοες συνθήκες και υπαμείβονται.
«Είναι σημαντικό να δώσουμε κίνητρα στους επιστήμονες να επιστρέψουν αλλά είναι εξίσου σημαντικό να διασφαλίσουμε αξιοπρεπείς επαγγελματικές συνθήκες και αμοιβές ειδικά, στους νέους ιατρούς προκειμένου να παραμείνουν στη χώρα μας», υπογραμμίζει ο ΙΣΑ. Καταλήγει ότι απαραίτητη προϋπόθεση, για ένα ποιοτικό σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας είναι η ελεύθερη πρόσβαση του ασθενή στο γιατρό που έχει ανάγκη και η αξιοποίηση, του υψηλά εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού της χώρας.