Σημαντική υπήρξε η παρουσία της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας στο 9ο Φόρουμ Δελφών. Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας ‘Ενωσης Φαρμακοβιομηχανίας και Συνδιευθύνων Σύμβουλος της ELPEN SA, Θεόδωρος Τρύφων, μιλώντας σε σχετικό πάνελ, τόνισε πως η φαρμακοβιομηχανία διαθέτει ισχυρή παραγωγική βάση στη χώρα μας, καθώς το 2% του πληθυσμού της Ελλάδας έχει το 12% των εργοστασίων φαρμάκου στην Ε.Ε «Το μυστικό είναι στο τρίπτυχο πρόσβαση- αυτάρκεια- επενδύσεις. Συνολικά ο κλάδος της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας έχει προγραμματίσει επενδύσεις 1,2 δις ευρώ έως το 2026. Είναι ένας κλάδος που δίνει αρκετές χιλιάδες θέσεις εργασίας και παράγει προϊόντα που δίνουν προστιθέμενη αξία στην ελληνική οικονομία». Ο αντιπρόεδρος της ΠΕΦ και CEO της DEMO, Δημήτρης Δέμος τόνισε την ανθεκτικότητα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας, σημειώνοντας πως την περίοδο του COVID η Ελλάδα πέτυχε υψηλότερα επίπεδα παραγωγής από μεγαλύτερες χώρες, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στην ΕΕ. Τόνισε την ανάγκη για καινοτομία και συνεργασία μεταξύ των εταιρειών με μεγάλες εταιρείες του εξωτερικού. «Είναι καθήκον μας οι πρωτοβουλίες που θα δώσουν κίνητρα για να επιστρέψουν επιστήμονες, τεχνικοί και παραγωγικές μονάδες στη χώρα μας», είπε. Τέλος ο Άρης Μητσόπουλος, εκτελεστικός αντιπρόεδρος της RAFARM, περιέγραψε την καινοτομία σαν συλλογική προσπάθεια. «Το πρόγραμμα επενδύσεων της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας δεν αφορά μόνο υποδομές και εγκαταστάσεις. Ένα μεγάλο κομμάτι αφορά την καινοτομία σε όλα τα στάδια. Καινοτομία σημαίνει συνεργασία. Πάνω από το 50% των νέων φαρμάκων αναπτύσσεται με τη συνεργασία start up με εκπαιδευτικά ιδρύματα». Παράλληλα ο υπουργός Υγείας πρόσθεσε: «Πρέπει να βρεις έναν τρόπο για τη μεταφορά της δαπάνης. Η απόφαση μου να φτιάξω μηχανισμό που θα δίνει αύξηση στα φτηνά φάρμακα είχε να κάνει με τη φασαρία για τις ελλείψεις φαρμάκων. Η πραγματικότητα είναι πως το 90% των ελλείψεων φαρμάκων στην Ελλάδα είναι στην κατηγορία τιμής 10-15 ευρώ και οφείλεται στο γεγονός ότι η τιμή τους είναι τόσο χαμηλή που δεν ωφελεί να πωλούνται στην Ελλάδα. Τόσο απλά. Είναι δύσκολο σε μια χώρα με τόσο ισχυρή αριστερή νοοτροπία να εξηγήσεις πως η βιομηχανία δεν μπορεί να πουλάει συνεχώς με ζημιές, δεν βγάζει νόημα. Η βιομηχανία πρέπει να βγάζει κέρδη. Άρα αν δεν φτιάξουμε ένα περιβάλλον που θα εξασφαλίσει να μείνουν κερδοφόρες βιομηχανίες, δεν θα έχουμε φάρμακα».
Μιλώντας σε πάνελ με θέμα την φαρμακευτική πολιτική ως πυλώνα δημοσιονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, η Ιουλία Τσέτη, Διευθύνουσα Σύμβουλος της UNI-PHARMA SA & InterMed SA, τόνισε ότι με την έξαρση της πανδημίας φορείς, αξιωματούχοι και ο απλός κόσμος κατάλαβαν τη σημασία της φαρμακευτικής βιομηχανίας». Ενώ πρόσθεσε: «Το ότι το φάρμακο είναι το δεύτερο εξαγώγιμο προϊόν, φτάνοντας στα 2,6 δισ. ευρώ τα λέει όλα. Σημασία έχει να ενδυναμωθεί η εγχώρια παραγωγή. Υπάρχουν σχέδια συνεχόμενα για νέες βιομηχανικές παραγωγές. Εμείς οι βιομήχανοι να έχουμε έναν σταθερό ορίζοντα τεσσάρων ετών, με συνεργασίες με ερευνητικά κέντρα και πανεπιστήμια. Μέσα στο clawback θα έπρεπε να ήταν δαπάνες για τις κλινικές μελέτες και να συνιδρύσουμε τέτοιες με λ.χ. νεοφυείς επιχειρήσεις». «Πάνω από όλα είναι η εξωστρέφεια και το κοινωνικό αποτύπωμα. Υπάρχουν προοπτικές μεγάλης ανάπτυξης. Οι πολυεθνικές πρέπει να τολμήσουν και να επενδύσουν εδώ, στο σταυροδρόμι των λαών, μεταξύ ανατολής και Δύσης. Έχουμε αποδείξει πόσο καλοί φύλακες των ευρωπαϊκών ιδανικών και ιδεωδών είμαστε».